Μου άρεσε πάρα πολύ το άρθρο του εξαίρετου Στέφανου Κασιμάτη στην Καθημερινή της 25ης Ιανουαρίου με τίτλο "Άξιος διάδοχος του Γιώργου;"
Την απάντηση στην απορία του τη βρήκε ο αρθρογράφος σε ένα περιστατικό σεβασμού θεσμών και κανόνων, στην υπεράσπιση ενός συστήματος σε ένα κράτος δικαίου και λογικής.
Μεταφέρω αυτούσια ένα μέρος από το παραπάνω άρθρο:
«Με απασχολεί, όμως, κάτι σοβαρότερο από τον θίασο ΠΑΣΟΚ και τα καμώματά τους: Πώς στο καλό φθάσαμε στο σημείο, ώστε ένας πολιτικός ικανός για παρόμοια επιπολαιότητα να έχει κατορθώσει να φθάσει όσο ψηλά βρίσκεται σήμερα ο Μ. Χρυσοχοΐδης, που διεκδικεί κιόλας την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ; Είναι προφανές ότι εδώ μιλάμε για κάτι πολύ βαθύτερο και πολύ μεγαλύτερο από μια διαδοχή τυχαίων γεγονότων που το επέτρεψαν.
Την απάντηση βρήκα σε μία είδηση, η οποία χθες ήταν σε όλες τις ιστοσελίδες των βρετανικών εφημερίδων: Ελληνίδα, ετών 34, μόνιμη κάτοικος Βρετανίας, λέκτορας Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέντφορντσιρ, καταδικάστηκε σε φυλάκιση έξι μηνών -εκ των οποίων η απόφαση του δικαστηρίου ορίζει ότι θα εκτίσει υποχρεωτικά τους τρεις, προτού αποφυλακισθεί με περιοριστικούς όρους- κριθείσα ένοχη για το αδίκημα της προσβολής δικαστηρίου.
Η καταδικασθείσα ήταν μέλος του σώματος των ενόρκων στη δίκη ενός κατηγορουμένου για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης. Το παράπτωμά της ήταν ότι, μέσω του κινητού τηλεφώνου της, αναζήτησε στο Διαδίκτυο πληροφορίες για το παρελθόν του κατηγορουμένου, τις οποίες και κοινοποίησε στους άλλους ενόρκους. (Συγκεκριμένα, ότι ο κατηγορούμενος είχε στο παρελθόν κατηγορηθεί για απόπειρα βιασμού και είχε αθωωθεί.) Ενας εκ των ενόρκων ανέφερε τη συμπεριφορά της στον δικαστικό επιμελητή. Η δίκη του αμέσως διακόπηκε και έγινε εξ αρχής με νέους ενόρκους, προκαλώντας με τον τρόπο αυτόν επιβάρυνση του κόστους για την απονομή της δικαιοσύνης.
«Αν παραβλέπαμε το γεγονός», σχολίασε την καταδίκη της Ελληνίδας ενόρκου ο γενικός εισαγγελέας Ντομινίκ Γκριβς, αφού είχε εκδοθεί η εις βάρος της καταδικαστική απόφαση, «θα είχαμε μία κατάσταση, όπου η δίκη από ενόρκους θα γινόταν αδύνατη και αυτό θα έπληττε ένα από τα προπύργια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε τούτη τη χώρα». Στο σημείο αυτό, ο τυπικός Ελληνας, μαθημένος στην οθωμανική - βαλκανική - μεσανατολική παράδοση της παράκαμψης των κανόνων από τα εκάστοτε μικρά ή μεγάλα συμφέροντα, πάντα με το πρόσχημα της ανθρωπιάς, θα εξανίστατο με τη σκληρότητα του βρετανικού συστήματος: «Μα αρκεί μία και μόνη περίπτωση ανοχής για να ανατραπεί ολόκληρο το σύστημα;» Ναι, αρκεί• και ο λόγος εξηγείται σαφέστατα στο σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης: «Στο βάθος του χρόνου, κάθε σύστημα που επιτρέπει την προσβολή του αντιμετωπίζει την προοπτική της εξάλειψής του». Αυτή ακριβώς είναι η δική μας περίπτωση.»
Σημ. To έντονο των φράσεων και υπογραμμίσεις δικές μου.
Την απάντηση στην απορία του τη βρήκε ο αρθρογράφος σε ένα περιστατικό σεβασμού θεσμών και κανόνων, στην υπεράσπιση ενός συστήματος σε ένα κράτος δικαίου και λογικής.
Μεταφέρω αυτούσια ένα μέρος από το παραπάνω άρθρο:
«Με απασχολεί, όμως, κάτι σοβαρότερο από τον θίασο ΠΑΣΟΚ και τα καμώματά τους: Πώς στο καλό φθάσαμε στο σημείο, ώστε ένας πολιτικός ικανός για παρόμοια επιπολαιότητα να έχει κατορθώσει να φθάσει όσο ψηλά βρίσκεται σήμερα ο Μ. Χρυσοχοΐδης, που διεκδικεί κιόλας την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ; Είναι προφανές ότι εδώ μιλάμε για κάτι πολύ βαθύτερο και πολύ μεγαλύτερο από μια διαδοχή τυχαίων γεγονότων που το επέτρεψαν.
Την απάντηση βρήκα σε μία είδηση, η οποία χθες ήταν σε όλες τις ιστοσελίδες των βρετανικών εφημερίδων: Ελληνίδα, ετών 34, μόνιμη κάτοικος Βρετανίας, λέκτορας Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέντφορντσιρ, καταδικάστηκε σε φυλάκιση έξι μηνών -εκ των οποίων η απόφαση του δικαστηρίου ορίζει ότι θα εκτίσει υποχρεωτικά τους τρεις, προτού αποφυλακισθεί με περιοριστικούς όρους- κριθείσα ένοχη για το αδίκημα της προσβολής δικαστηρίου.
Η καταδικασθείσα ήταν μέλος του σώματος των ενόρκων στη δίκη ενός κατηγορουμένου για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης. Το παράπτωμά της ήταν ότι, μέσω του κινητού τηλεφώνου της, αναζήτησε στο Διαδίκτυο πληροφορίες για το παρελθόν του κατηγορουμένου, τις οποίες και κοινοποίησε στους άλλους ενόρκους. (Συγκεκριμένα, ότι ο κατηγορούμενος είχε στο παρελθόν κατηγορηθεί για απόπειρα βιασμού και είχε αθωωθεί.) Ενας εκ των ενόρκων ανέφερε τη συμπεριφορά της στον δικαστικό επιμελητή. Η δίκη του αμέσως διακόπηκε και έγινε εξ αρχής με νέους ενόρκους, προκαλώντας με τον τρόπο αυτόν επιβάρυνση του κόστους για την απονομή της δικαιοσύνης.
«Αν παραβλέπαμε το γεγονός», σχολίασε την καταδίκη της Ελληνίδας ενόρκου ο γενικός εισαγγελέας Ντομινίκ Γκριβς, αφού είχε εκδοθεί η εις βάρος της καταδικαστική απόφαση, «θα είχαμε μία κατάσταση, όπου η δίκη από ενόρκους θα γινόταν αδύνατη και αυτό θα έπληττε ένα από τα προπύργια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε τούτη τη χώρα». Στο σημείο αυτό, ο τυπικός Ελληνας, μαθημένος στην οθωμανική - βαλκανική - μεσανατολική παράδοση της παράκαμψης των κανόνων από τα εκάστοτε μικρά ή μεγάλα συμφέροντα, πάντα με το πρόσχημα της ανθρωπιάς, θα εξανίστατο με τη σκληρότητα του βρετανικού συστήματος: «Μα αρκεί μία και μόνη περίπτωση ανοχής για να ανατραπεί ολόκληρο το σύστημα;» Ναι, αρκεί• και ο λόγος εξηγείται σαφέστατα στο σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης: «Στο βάθος του χρόνου, κάθε σύστημα που επιτρέπει την προσβολή του αντιμετωπίζει την προοπτική της εξάλειψής του». Αυτή ακριβώς είναι η δική μας περίπτωση.»
Σημ. To έντονο των φράσεων και υπογραμμίσεις δικές μου.