Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

ΠΕΡΑΣΜΕΝΑ ΑΛΛΑ ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΑ.

«Έκλαψα για να γράψω,
έγραψα για να τραγουδήσω,
τραγούδησα για να ζήσω»

Από πολύ μικρός έδειχνε τη προτίμησή του στη μουσική. Είχε εξάλλου τη συμπαράσταση της εύπορης οικογένειάς του. Ο πατέρας του, πλούσιος έμπορος και παραγωγός βαμβακιού. Η μητέρα του αφοσιωμένη με πάθος στη τέχνη και τα γράμματα, οργανώνει «μουσικές βραδιές» ενώ τα δύο αδέλφια παίζουν στο πιάνο για την αφρόκρεμα της ελληνικής παροικίας της Αιγύπτου.
Σπάταλη όπως πάντα, δε διστάζει να νοικιάσει ολόκληρο συρμό για ένα γρήγορο ταξίδι στη Γαλλία με παιδιά και υπηρετικό προσωπικό, ώστε να προλάβουν να ακούσουν το Καρούζο στην όπερα του Παρισιού!


Κάποια στιγμή η οικογένεια μετακομίζει στην Αθήνα. Ο ένας αδελφός ολοκληρώνει τις μουσικές του γνώσεις στο Ωδείο Αθηνών και σπουδάζει νομικά. Το 1907 τα δύο αδέλφια φεύγουν για το Παρίσι να σπουδάσουν Πολιτικές Επιστήμες, να γίνουν διπλωμάτες, αλλά τελικά οι προτιμήσεις τους αλλού τους οδηγούν.
Εγκαταλείπουν τη πολιτική καριέρα και εγγράφονται στο Conservatoire de Paris. Η μουσική είναι στη ψυχή τους.


Το έμφυτο ταλέντο του ενός αδελφού δεν αργεί να εκδηλωθεί. Παίζει πιάνο και τραγουδά, μελοποιεί Γάλλους ποιητές , τον καλούν στα μεγαλύτερα κέντρα του Παρισιού, γίνεται περιζήτητος παντού. Γνωρίζεται με όλους τους μεγάλους καλλιτέχνες εκείνης τη εποχής.
Περιοδεύει σε όλη την Ευρώπη, στην Αμερική, την Ιαπωνία. Τον καλούν στη Ρωσία για να παίξει πιάνο μπροστά στο τσάρο Ρομανώφ.
Στη Γαλλία όμως οι συνάδελφοί του τον πειράζουν για το…αντικαλλιτεχνικό του όνομα. Πρέπει να το αλλάξει, κάτι να θυμίζει Ελλάδα.
Αττίκ, ναι αυτό, σύντομο και εύηχο.


Καιρός όμως να παντρευτεί. Λατρεύει τη Μαρί Ελέν, αλλά χάνουν το νεογέννητο παιδί τους. Εκείνη δεν αντέχει, πεθαίνει από μαρασμό μέσα σε έξη μόλις μήνες. Οδύρεται εκείνος πάνω στο τάφο της.
Στην Αθήνα οι οικογένειά του καταρρέει οικονομικά και η αδελφή του ασθενεί βαριά.
Αφήνει την εντυπωσιακή του καριέρα στο εξωτερικό και γυρίζει στην Αθήνα.


Τη μουσική όμως δε μπορεί να την εγκαταλείψει.
Ανοίγει κοντά στη Πλατεία Αγάμων τη Μάντρα, «ένα ξύλινο παράπηγμα» όπως έλεγε ο ίδιος, που γρήγορα μαζεύει τις κοινωνικές τάξεις της Αθήνας. Γίνεται το αγαπημένο στέκι των δανδήδων που συνοδεύουν τις κυρίες με τα λουσάτα βραδινά ενδύματα της εποχής.
Ο Αττίκ παίζει πιάνο, συνθέτει, τραγουδά, κάνει το παρουσιαστή, το μίμο μαζί με το φίλο του το πανύψηλο Ζαζά.
Διασκεδάζει όλη η Αθήνα στη Μάντρα. Ξεπηδούν τα μεγαλύτερα ταλέντα του τραγουδιού, Κάκια Μένδρη, Νινή Ζαχά, Δανάη και «το παιδί της ψυχής μου, το ποζελάκι μας» όπως αποκαλεί τη μικρή ελληνοϊταλίδα Λουίζα Ποζέλι.


Μαγεύουν οι στίχοι και οι μελωδίες του. Πίσω από κάθε στίχος, κάθε μελωδία, ένα κομμάτι της δικής του πολυτάραχης, συναισθηματικής ζωής, τη γεμάτη έρωτες αλλά και απογοητεύσεις.
Το ξετρελαίνει η μελαχρινή γαλανομάτα καλλονή της εποχής εκείνης, η ηθοποιός Μαρίκα Φιλιππίδη. Παντρεύεται και της αφιερώνει το τραγούδι του:


«Είδα μάτια πολλά γαλανά στη ζωή μου
Να κοιτούν απαλά
Και να ανάβουν τη ψυχή μου…»


Το θρυλικό ρομάντζο τους το γνωρίζει πλέον όλη η Αθήνα.
Αλλά η άκαρδη ηθοποιός ξεμυαλίζεται από τον ωραίο ίλαρχος Σταμάτη Μερκούρη.
Εγκαταλείπει τον Αττίκ και ακολουθεί το νέο της έρωτα.
Σα να μη φτάνει αυτό, ένα βράδυ εμφανίζεται στη Μάντρα η ηθοποιός συνοδευόμενη από το Μερκούρη.
Παγώνουν όλοι και όταν ο Αττίκ ρωτά το κοινό ποιό τραγούδι θέλουν να ακούσουν, του φωνάζουν «Είδα μάτια» Ραγίζει η καρδιά του καλλιτέχνη. Διστάζει, αλλά εκείνοι επιμένουν « Είδα μάτια»………


Αποσύρεται εκείνος για λίγο. Γράφοι στίχους γεμάτους πόνο και τη πικρία
και μετά κάθεται στο πιάνο:


«Ζητάτε να σας πω το πρώτο μου σκοπό
τα περασμένα μου γινάτια
ζητάτε «είδα μάτια»
με κάνετε κομμάτια
σε μια παλιά πληγή,
που ακόμα αιμορραγεί,
μη μου γυρνάτε το μαχαίρι,
αφού ο καθένας ξέρει,
τι πόνο θα μου φέρει»





Τρίτη φορά γάμος. Παντρεύεται τη ρωσίδα Σούρα. Η υγεία του όμως έχει αρχίσει να κλονίζεται. Ο θάνατος της μητέρας του και το μίσος του για τους Γερμανούς, επηρεάζουν τον εύθραυστο χαρακτήρα του.
Τον Αύγουστο του 1944 πέφτει κατά λάθος με το ποδήλατό του επάνω σε ένα Γερμανό στρατιώτη ο οποίος τον ξυλοκοπά άγρια. Γυρίζει σπίτι του αιμόφυρτος.
Τσακισμένος από τη κακή του υγεία και με πληγωμένη υπερηφάνεια λόγο της κατοχής της χώρας, αυτοκτονεί στα τέλη Αυγούστου με μια υπερβολική δόση υπνωτικού βερονάλ.



Υ.Γ. Αξίζει να δείτε τη παράσταση «ΑΤΤΙΚ» που ανεβάζεται στο θέατρο Badmington. Ένα υπέροχο ποιοτικό μουσικό θέαμα.

 

9 σχόλια:

Lilith είπε...

Πολύ ενδιαφέρον το ποστ σου.
Δεν ήξερα τίποτα για τη ζωή του, ούτε ότι αυτοκτόνησε στο τέλος.
Υπέροχη η μουσική του...

Ερατώ είπε...

Μοναδικός καλλιτέχνης!
Η μουσική φαίνεται να "κατοικεί"σε μερικούς ανθρώπους....

leondokardos είπε...

Lilith και εγώ ήξερα πολύ λίγα για τη ζωή του. Τα έμαθα όμως στη παράσταση που έχει μιά εξαιρετική σκηνοθεσία, κουστούμια εποχής και πολύ καλούς τραγουδιστές. Ένα υπέροχο μιούσικαλ.

leondokardos είπε...

Ερατώ, πραγματικά ένας πολύ μεγάλος καλλιτέχνης,ένας ρομαντικός ποιητής με μιά ζωή πολυτάραχη αλλά και ενδιαφέρουσα.

kariatida62 είπε...

Ναι είχα ξαναδιαβάσει την ζωή του όχι όμως με τόσες πολλες λεπτομέρειες!
Το πραγματικό του όνομα ήταν Κλέων Τριανταφύλλου...κι'άν αυτό δεν ήταν ελληνοπρπέστατο και καλλιτεχνικό τότε ποιο ήταν το συγκοπτόμενο?
Αλλες εποχές άλλα ρεύματα συρμού...
Νασαι καλά ΛΕΟ που μας θύμησες τα αθάνατα τραγούδια του!

leondokardos είπε...

KARIATIDA απ΄ότι διάβασα, στα γαλλικά η κατάληξη του επωνύμου του σε....φύλλου έχει μιά άσχημη έννοια.Το ... φύλλου οι Γάλλοι το έκαναν "φιγιόν" που σημαίνει νομίζω μπαγαπόντης! Γιαυτό το άλλαξε στο Αττίκ.

PiciFriki είπε...

να τι μάθαμε..

leondokardos είπε...

PiciFriki, όσο ζούμε(και γερνάμε) μαθαίνουμε. Έτσι δεν είπε ο αρχαίος πρόγονός μας;

Ανώνυμος είπε...

Τι να πω! Για τον συγκεκριμενο, ισχυειτο:
"Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις..."